Το καμπανοχυτήριο της Σύμης στο Εμπορειό της Σύμης αποτελεί τη μοναδική βιοτεχνία κατασκευής καμπάνων στα Δωδεκάνησα. Ως μοναδικό δείγμα βιοτεχνικής δραστηριότητας αυτού του είδους στην περιοχή του νοτιοανατολικού Αιγαίου τυγχάνει ιδιαίτερης προβολής και αναγνώρισης πέρα από τα όρια της τοπικής κοινωνίας. Στο χαρακτηρισμό του, ως ιστορικού διατηρητέου μνημείου, περιλαμβάνεται και ο εξοπλισμός της βιοτεχνίας με την υψικάμινο, τα εργαλεία και τον αντανακλαστικό φούρνο.
Η βιοτεχνία κτίστηκε το 1865 από τον Αναστάσιο Αναστασιάδη και στην αρχή χρησιμοποιήθηκε για την εκμετάλλευση του χυτοσιδήρου με σκοπό την κατασκευή μαγγανοπήγαδων, αγκύρων και γενικότερα εξοπλισμού καϊκιών. Το 1880 ο ιδιοκτήτης ανέθεσε σε μάστορα από τη Σύρο το κτίσιμο του φούρνου και τη διδασκαλία του τρόπου κατασκευής καμπάνων. Ο τρόπος παραγωγής της καμπάνας, από καλούπια, αλλά και το μείγμα παρασκευής τους (χαλκός και κασσίτερος) προέρχονταν από τη Ρωσία.
Το συγκρότημα αποτελείται από το κυρίως κτήριο, τη στέρνα για τις ανάγκες του χυτηρίου και την αυλή. Το κυρίως κτήριο είναι μοναδικό δείγμα βιομηχανικού κτηρίου της εποχής. Είναι ισόγειο, λιθόκτιστο από ντόπια πέτρα, ψηλοτάβανο με μονόριχτη, ξύλινη κεραμοσκεπή στέγη. Η στέγη στηρίζεται σε τρεις καμάρες που πατούν σε μία μεγάλη τετράγωνη κεντρική κολόνα. Οι καμάρες και τα τοξωτά ανώφλια στις πόρτες και στα παράθυρα είναι πελεκητά, κατασκευασμένα με ιδιαίτερη επιμέλεια. Τα κουφώματα είναι ξύλινα καρφωτά, προστατευμένα στα παράθυρα από εξωτερικές σιδεριές.
Στο εσωτερικό του κτηρίου υπάρχει αντανακλαστικός φούρνος, κτισμένος από πέτρες και πυρότουβλα, με τον οποίο μπορεί να κατασκευασθεί καμπάνα μέχρι οκτακόσια κιλά. Υπάρχουν επίσης, μία λιθόκτιστη τσιμιά για το στέγνωμα των καλουπιών, δύο χωνευτοί φούρνοι για το λιώσιμο του υλικού (χοάνες) καθώς και λοιπός εξοπλισμός, μέρη του οποίου προέρχονται από τη Ρωσία.
Η στέρνα αποτελεί ένα απλό, κυβόσχημο κτίσμα με επίπεδη στέγη. Το έδαφος γύρω από τη στέρνα είναι κατάλληλα διαμορφωμένο για τη συλλογή των ομβρίων υδάτων. Η αυλή περιβάλλεται από μεγάλα δέντρα και είναι προσβάσιμη από μεγάλο πυλώνα. Στην αυλή, δίπλα από την είσοδο και σε επαφή με το κυρίως κτήριο, είναι κτισμένη μία υψικάμινος από πυρότουβλα, στην οποία υπάρχει οπή παρακολούθησης για το λιώσιμο του χυτοσιδήρου.