Το αρχαίο Θέατρο είναι φτιαγμένο σε μια φυσική κοιλότητα του λόφου, ακουμπά στο τείχος και πρέπει να βρίσκεται στη -θέση αυτή από τον 5ο π.Χ. αι., όπως μαρτυρεί ο Ιπποκράτης. Στις αρχές του 3ου π.Χ. αι., χτίστηκε η σκηνή με μαρμάρινη πρόσοψη. Το προσκήνιο το αφιέρωσε ο θάσιος Αυσίστρατος, γιος του Κόδη, στο Διόνυσο. Σώζονται ακόμα ένας ολόκληρος κίονας και διάφορα άλλα κομμάτια του. Τα χρόνια εκείνα, το -θέατρο χρησιμοποιούνταν για να δίνονται -θεατρικές και μουσικές παραστάσεις. Αργότερα, κατά τα ρωμαϊκά χρόνια, ανακαινίστηκαν η ορχήστρα και τα εδώλια. Σε αρκετά εδώλια, σώζονται χαραγμένα τα ονόματα των ανθρώπων που κρατούσαν θέσεις.
Ύστερα από τον 1ο μ.Χ. αι., το θέατρο χρησιμοποιήθηκε για τα «κυνήγια» και για τους αγώνες των μονομάχων. Γίνονταν και μονομαχίες με ζεύγη καβαλάρηδων. Η ορχήστρα έγινε αρένα και, γύρω στα μέσα του 2ου μ.Χ. αι., ο Ηραγόρας, γιος του Ευφρίλλου, όρθωσε κάγκελα για ν' απομονώσει τους θεατές. Οι βάσεις των κάγκελων ήταν μαρμαρόπλακες. Πάνω σε μια τέτοια πλάκα, σώζεται το όνομα μιας ευεργέτιδας, της Ισπανής, που αργότερα με τη διαθήκη της όρισε να γίνονται κάθε χρόνο γιορτές ιπποδρόμου στη Θεσσαλονίκη. Την εποχή εκείνη, έστησαν στο προσκήνιο και παραστάσεις των θεών που είχαν τότε σε υπόληψη: το Διόνυσο (να κερνά τον πάνθηρα του τις τελευταίες σταγόνες κρασιού από έναν κάνθαρο), τον Ήρωα Καβαλάρη, τον Αρη με κράνος και θώρακα. (Το πρώτο έργο βρίσκεται στο Μουσείο της Θάσου, το τρίτο στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης). Στα άκρα της κιονοστοιχίας ήταν μια παράσταση της Νέμεσης (που έγινε με έξοδα του μονομάχου Ευήμερου, γιου του Διονυσίου), κι άλλες παραστάσεις, πάλι της Νέμεσης, που έγιναν με έξοδα άλλων μονομάχων (δυο από αυτές βρίσκονται στο Μουσείο της Κωνσταντινούπολης).